Θεολογική Σχολή της Χάλκης: Ένας φάρος πνευματικότητας εκτός λειτουργίας

Θεολογική Σχολή της Χάλκης: Ένας φάρος πνευματικότητας εκτός λειτουργίας

Θεολογική Σχολή της Χάλκης: Ένας φάρος πνευματικότητας εκτός λειτουργίας

Η «Βυζαντινή Θεσσαλονίκη» σε συνεργασία με τον Εμπορικό Σύλλογο της πόλης, διοργάνωσαν για πρώτη φορά στη ΔΕΘ εκδήλωση για την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, στην οποία παρέστη και τοποθετήθηκε, ο πρώην υφυπουργός Εξωτερικών, Γιάννης Αμανατίδης.

Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της ομιλίας του βουλευτή Α΄ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ:

Εισήγηση Γιάννη Αμανατίδη

Η θεολογική σχολή της Χάλκης:
Ένας φάρος πνευματικότητας εκτός λειτουργίας

Η φροντίδα της εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, του Οικουμενικού Πατριαρχείου, για την παιδεία και την μόρφωση των κληρικών της ανάγεται ήδη στην πρώτη χιλιετία της ιστορίας της.

Φωτεινές μορφές οικουμενικών πατριαρχών του παρελθόντος, όπως ο μέγας Φώτιος, ο Ιωάννης Ξιφιλίνος, ο πρώτος πατριάρχης μετά την άλωση Γεννάδιος Σχολάριος, ο Ιερεμίας Β΄, και όλοι σχεδόν οι προκάτοχοι του οικουμενικού πατριάρχη Βαρθολομαίου έδειξαν αμείωτο ενδιαφέρον για την κατάρτιση των κληρικών της εκκλησίας με σκοπό την αντιμετώπιση των κοινωνικών και εκκλησιαστικών προκλήσεων διαχρονικά.
Η παιδεία και η ενίσχυση δομών εκπαίδευσης αποτελούσε έναν τομέα στον οποίο η μέριμνα της εκκλησίας επένδυσε στα βάθη των αιώνων.
Η ίδρυση της ιεράς θεολογικής σχολής στη νήσο Χάλκη στα μέσα του 19ου αιώνα προέκυψε από τις απαιτήσεις, που υπήρχαν την εποχή εκείνη, για μορφωμένους και καταρτισμένους κληρικούς, οι οποίοι θα διακονούσαν την εκκλησία σε μια εποχή με ραγδαίες αλλαγές τόσο στο κοινωνικό και εκκλησιαστικό επίπεδο όσο και στην πολιτική και οικονομική δραστηριότητα.
Φωτεινές προσωπικότητες όπως ο οραματιστής και εμπνευσμένος επίσκοπος Γερμανός Δ΄, που εκείνα τα πολύ δύσκολα χρόνια ήταν στο τιμόνι του οικουμενικού θρόνου, ανέλαβαν μια αρκετά φιλόδοξη για την εποχή προσπάθεια να ιδρύσουν ένα σύγχρονο πρόγραμμα θεολογικής κατάρτισης για όλους όσους αποφάσισαν να ενταχθούν στις ανώτερες εκκλησιαστικές θέσεις. Στο λυκόφως του 19ου αιώνα οι ραγδαίες οικονομικές εξελίξεις, ο θρησκευτικός ανταγωνισμός και οι νέες δομές εργασίας απαιτούσαν κληρικούς με ευρύτατο πνεύμα θεολογικό αλλά και στέρεες γνώσεις για την προφητική μαρτυρία της μεγάλης του Χριστού εκκλησίας. Η ίδρυση της θεολογικής σχολής Χάλκης και η στελέχωσή της με καταξιωμένους καθηγητές ήταν μία ώριμη απόφαση. Ο οικουμενικός θρόνος απέκτησε πλέον ένα ανώτερο θεολογικό ίδρυμα, εφάμιλλο των μεγάλων θεολογικών σχολών του προτεσταντικού και ρωμαιοκαθολικού κόσμου, από το οποίο θα έβγαιναν τα νέα στελέχη του, προικισμένα με γνώσεις και δεξιότητες που απαιτούσαν οι καιροί.

Τον Οκτώβριο του 1844 ο πατριάρχης Γερμανός Δ΄ ίδρυσε και λειτούργησε στην Σταυροπηγιακή Ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος στη Χάλκη, για πρώτη φορά στην σύγχρονη εκκλησιαστική ιστορία, ένα καθίδρυμα το οποίο δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από παρόμοια ιδρύματα της εποχής. Πληρότητα στις εγκαταστάσεις και περίγραμμα μοναστικής αδελφότητας.

Παρά τις αντιξοότητες και τα ποικίλα προβλήματα ή ακόμα και τις φυσικές καταστροφές η θεολογική σχολή της Χάλκης δεν σταμάτησε να προσφέρει καταρτισμένα στελέχη από όλο τον ορθόδοξο κόσμο στην διακονία της εκκλησίας. Ήταν το νέο θεολογικό φυτώριο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπου φοιτούσαν ευέλπιδες νέοι από όλες τις κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες, οι οποίοι επιθυμούσαν να γευθούν την Ορθόδοξη θεολογία στην Ακρόπολη του πνεύματος, όπως την αποκαλούσε ο Βιζυηνός. Το εντατικό ημερήσιο πρόγραμμα σπουδής και μελέτης πλαισιωμένο με ιερές ακολουθίες στο Καθολικό της Μονής, περιγράφεται σε ημερολόγια και απομνημονεύματα σχολαρχών αλλά και φοιτητών της Σχολής, πάντα με μια δόση νοσταλγίας αλλά και περηφάνιας.
Στα έδρανα της εκπαιδεύτηκαν καταξιωμένες μορφές και έγκριτοι ποιμένες του Οικουμενικού θρόνου αλλά και των άλλων ορθοδόξων εκκλησιών. Ήταν ένα εργαστήρι μελέτης αλλά και ζυμώσεων για την ορθόδοξη θεολογία, η οποία όφειλε να διαλεχθεί με έναν κόσμο, που αλλάζει ραγδαία αλλά και να διακονήσει και να υπηρετήσει το μυστήριο της σωτηρίας σε όλο τον κόσμο.
Η οικουμενικότητα και το κοσμοπολίτικο και ανοιχτό προς το αύριο πνεύμα της ορθόδοξης εκκλησίας έγινε η ταυτότητα και το ρητό της σχολής.

Ο αρχικά επταετής κύκλος σπουδών, όπου τις τέσσερις γυμνασιακές διαδεχόταν η τριετής θεολογική κατάρτιση, εκσυγχρονίστηκε στον 20ό αιώνα σε ένα πρόγραμμα θεολογικών σπουδών τετραετούς φοιτήσεως αλλά με υψηλά εκπαιδευτικά στάνταρ. Μια πλούσια και συνεχώς ενημερωμένη βιβλιοθήκη υποστήριζε πολυποίκιλα το εκπαιδευτικό και ερευνητικό προσωπικό αλλά και τους σπουδαστές της σχολής.
Όλοι σχεδόν οι μεγάλοι ιεράρχες αλλά και οι φωτεινές μορφές της σύγχρονης εκκλησιαστικής ιστορίας, που διακόνησαν την Ορθόδοξη εκκλησία κάθισαν στα έδρανα και διδάχτηκαν τους τρόπους προσέγγισης της νεοτερικότητας, σε μια κοινωνία, που ταλανιζόταν από τις προκλήσεις μιας νέας εποχής.

Οι διαθρησκειακές και διαχριστιανικές συναντήσεις των πρώτων δεκαετιών του 20ου αι. γρήγορα μετατράπηκαν σε διεθνείς συναντήσεις και συνέδρια, που απαιτούσαν τόπο μαρτυρίας από τους Ορθοδόξους ιεράρχες με αυξημένα θεολογικά προσόντα αλλά και «θύραθεν» γνώσεις. Συγχρόνως ο ελληνισμός βρέθηκε κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, όταν οι συνεχείς πόλεμοι, που διαδέχτηκαν την κατάρρευση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, απαίτησαν ιεράρχες με εθνικό φρόνημα και υψηλό εκκλησιαστικό αίσθημα ευθύνης αλλά και αυξημένα αντανακλαστικά κοινωνικής ευαισθησίας και παρέμβασης. Μορφές όπως ο Αιμιλιανός Γρεβενών, ο Χρυσόστομος Σμύρνης, ο Αθηνών Χρυσόστομος, οι αρχιεπίσκοποι Αμερικής Αθηναγόρας, Μιχαήλ και Ιάκωβος καταρτίστηκαν θεολογικά και μυήθηκαν στην διοίκηση και στην διαποίμανση της εκκλησίας μέσα από τα πολύ σύνθετα και πάντοτε επικαιροποιημένα προγράμματα της θεολογικής σχολής της Χάλκης. Αυτό αποδεικνύεται από τις σοφές και υπεύθυνες αποφάσεις τους, οι οποίες έπαιξαν καταλυτικό ρόλο σε δύσκολες περιόδους για τις τύχες του γένους, όπου καταστροφές, πολιτικές εμφύλιες διαμάχες αλλά και παγκόσμιες ανακατατάξεις απαιτούσαν από την Εκκλησία στελέχη μορφωμένα και με οικουμενικό πνεύμα.

Η κίνηση του Τουρκικού Κράτους να την συμπεριλάβει στο νόμο με τον οποίο απαγορεύεται η λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων το 1971 τραυμάτισε βαθύτατα τις δομές εκπαίδευσης και κατάρτισης των εκκλησιαστικών στελεχών του οικουμενικού θρόνου. Ο πάλαι ποτέ φάρος της ορθόδοξης θεολογίας, που συνέδεε αρμονικά το βυζαντινό παρελθόν με τις προκλήσεις του 20ού αιώνα, έπαψε να αποτελεί το κέντρο ζυμώσεων αλλά και διαμόρφωσης της ηγετικής φυσιογνωμίας των στελεχών του οικουμενικού πατριαρχείου.

Δύο πρωθυπουργοί της Ελλάδας, ο Ελευθέριος Βενιζέλος και οΑλέξης Τσίπρας πραγματοποιήσαν επισκέψεις στις εγκαταστάσεις της σε μια κίνηση υψηλού συμβολισμού, ο πρώτος το 1933 και ο δεύτερος το 2018, ενώ σημαντική ήταν συνεισφορά της Βουλής των Ελλήνων, επί προέδρου Νίκου Βούτση, προκειμένου να καταγραφούν και να ψηφιοποιηθούν για να είναι αντικείμενο ανάγνωσης και γνώσης όλης της Οικουμένης τα περισσότερα από 100.000 βιβλία της βιβλιοθήκης της, ενώ παράλληλα έγινε μελέτη από την πολυτεχνική σχολή του ΑΠΘ για την ανακατασκευή της.

Κλείνοντας την εισήγησή μου, θα ήθελα να αναφέρω δύο σημεία από την ιστορική- κατά την γνώμη μου- ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στην Χάλκη το 2018.

«Πιστεύω βαθύτατα ότι οι θρησκείες, η πίστη στις διαφορετικές θρησκείες μας, μονοθεϊστικές θρησκείες που έχουν στο επίκεντρο τον άνθρωπο και άρα την αγάπη προς τον άνθρωπο και προς τον συνάνθρωπο, ανεξαρτήτως του πού και σε ποιον πιστεύει, τόσο οι θρησκείες, όσο όμως και οι μειονότητες, η μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα και η ελληνική μειονότητα στην Τουρκία, πρέπει να αποτελούν, όχι πεδίο διαμάχης και εντάσεων, αλλά γέφυρες ανάμεσα στους λαούς μας.

Και το λέω αυτό, διότι αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι δεν αποτελεί αντικείμενο διμερούς συμφωνίας, διαπραγμάτευσης, συναλλαγής ή ανταλλαγής, η αυτόβουλη υποχρέωση των κυβερνήσεών μας να προασπίζουν και να υπερασπίζουν τα συμφέροντα, τις διεκδικήσεις και τα δικαιώματα των μειονοτήτων σε κάθε μια χώρα ξεχωριστά. Δεν αποτελεί αντικείμενο διμερούς διαπραγμάτευσης, αλλά αυτόβουλης υποχρέωσης και απόδειξης ότι είμαστε κράτη και κυβερνήσεις, που σεβόμαστε την αρχή της ισοπολιτείας, την αρχή της ισότητας και των θρησκευτικών ελευθεριών των πολιτών μας.

Και το μήνυμα που θέλουμε να αναδείξουμε σήμερα εδώ από τον ιστορικό αυτό τόπο, είναι ότι η επαναλειτουργία της Σχολής της Χάλκης δεν θα αποτελέσει αντικείμενο ή μήνυμα διχόνοιας ή διενέξεων, διαφοροποιήσεων ή διχασμών, αλλά θα αποτελέσει ένα μήνυμα φιλίας, αλληλοκατανόησης και αδελφοσύνης ανάμεσα στους λαούς μας. Δεν έχουμε να αποδείξουμε τίποτα ο ένας στον άλλον. Έχουμε να αποδείξουμε απέναντι στους εαυτούς μας, απέναντι στη Διεθνή Κοινότητα και απέναντι στις αρχές και τις αξίες, τις οποίες πρεσβεύουμε. Μόνο στους εαυτούς μας έχουμε να αποδείξουμε.»

Related Articles

Close